- εξομόργνυμι
- ἐξομόργνυμι (AM)1. καθαρίζω, σκουπίζω2. αποτυπώνω κάτι κάπου («ἅ ἑκάστη ἡ πράξις αὐτοῡ ἐξωμόρξατο εἰς τὴν ψυχήν», Πλάτ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < εξ + ομόργνυμι «σκουπίζω»].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐξομοργνύμενον — ἐξομόργνυμι wipe off from pres part mp masc acc sg ἐξομόργνυμι wipe off from pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομοργνύμενος — ἐξομόργνυμι wipe off from pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομορξαμένοις — ἐξομόργνυμι wipe off from aor part mid masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομόργνυνται — ἐξομόργνυμι wipe off from pres ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομόρξασθαι — ἐξομόργνυμι wipe off from aor inf mid … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομόρξεται — ἐξομόργνυμι wipe off from aor subj mid 3rd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομόρξετε — ἐξομόργνυμι wipe off from aor subj act 2nd pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομόρξομαι — ἐξομόργνυμι wipe off from aor subj mid 1st sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξομόρξωμαι — ἐξομόργνυμι wipe off from aor subj mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐξωμόργνυτο — ἐξομόργνυμι wipe off from imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)